Παγκοσμιοποίηση, αντι-παγκοσμιοποίηση και εναλλακτική παγκοσμιοποίηση – ComMedia

Πέμπτη 28 Μαρτίου 2013

Παγκοσμιοποίηση, αντι-παγκοσμιοποίηση και εναλλακτική παγκοσμιοποίηση

της Λίνας Βαλσαμίδου


Στην παρούσα εργασία θα προσπαθήσουμε να ορίσουμε την παγκοσμιοποίηση σε σχέση με εθνικούς και οικονομικούς παράγοντες και στη συνέχεια θα αναζητήσουμε/προσδιορίσουμε τους όρους αντι- παγκοσμιοποίηση και εναλλακτική  παγκοσμιοποίηση αναφερόμενοι/ες στα αναδυόμενα κινήματα κατά της παγκοσμιοποίησης ενώ, στο τέλος, θα συζητήσουμε τη δυνατότητα μη καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, λαμβάνοντας υπόψη και την ελληνική περίπτωση.

Αρχικά θα προσπαθήσουμε να ορίσουμε την παγκοσμιοποίηση (για ορισμούς και χαρακτηριστικά πβ. κυρίως Bourdieu, 1998 & 2001; Giddens, 1990; Thompson, 1999; Beck, 2000) με τη σύγχρονή της μορφή και σε σχέση με εθνικούς και οικονομικούς παράγοντες. Υιοθετώντας έναν  συνοπτικό ορισμό, θα λέγαμε ότι η παγκοσμιοποίηση είναι η  αυτονόμηση όλων εκείνων των παραμέτρων (οικονομία, επικοινωνία κ.λ.π.) οι οποίες μέχρι πριν μερικές δεκαετίες επεδίωκαν να έχουν σύνορα μέσα σε ένα κράτος – προστάτη. Οι εν λόγω παράμετροι που τείνουν να ελευθερώνονται και να διαχέονται, ακολουθώντας την παγκοσμιοποίηση, είναι το εμπόριο, η κοινωνική δομή, η τεχνολογία, η κουλτούρα, το πολιτικό σύστημα, η γνώση κλπ. To Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δίνει έναν τυπικό ορισμό που εστιάζει στην αυξανόμενη οικονομική αλληλεξάρτηση των χωρών παγκόσμια, μέσω του αυξανόμενου όγκου και ποικιλίας διεθνών συναλλαγών αγαθών και υπηρεσιών, της ελεύθερης ροής κεφαλαίου διεθνώς και της γρήγορης και ευρείας διάχυσης της τεχνολογίας. (el.wikipedia: Παγκοσμιοποίηση). Συνέπεια αυτών είναι η τάση διαμόρφωσης μιας "παγκόσμιας οικονομίας" και κατ' επέκταση μιας "παγκόσμιας κοινωνίας" ή, κατά τον Stanley Fischer (2000) του Δ.Ν.Τ, η «διαδικασία δημιουργίας ενός κόσμου» (στο Γραμματικός & Κατσορίδας, 2001).

Πρόκειται λοιπόν για ένα φαινόμενο που  έχει κατά κύριο λόγο οικονομική πηγή και πίσω του βρίσκεται το φαινόμενο του διεθνούς εμπορίου, με κατάληξη τις προσπάθειες μιας «πολιτικής» διαχείρισης της παγκόσμιας οικονομίας, με στόχο την αποφυγή ακραίων συγκρούσεων, οι οποίες οδηγούν σε μεγάλες επιπτώσεις στον κοινωνικό ιστό (Πολιτική Οικονομία και Επικοινωνία - Δημοσιογραφία, 2011:3.6). Ειδικότερα, η παγκοσμιοποίηση αποτελεί τη μετάβαση σε μια κατάσταση όπου η παραγωγική διαδικασία κατανέμεται σε διεθνή κλίμακα, ανάλογα με τις δυνατότητες επίτευξης βέλτιστου κόστους, ελαστικότητας της εργασίας, διαθεσιμότητας πρώτων υλών και/ή τεχνολογιών. (Πολιτική Οικονομία και Επικοινωνία - Δημοσιογραφία, 20011: 3.61.2.).

Η παγκοσμιοποίηση με τη σύγχρονή της μορφή θέτει στον πυρήνα  της την αμφισβήτηση του κράτους-έθνους  –ήδη από τις αρχές του 1980 θεριεύει ο μύθος (για τον όρο πβ.  Barthes, 1977; Φισκ, 1989) της υπέρβασης των εθνικών κρατών και της ανάδειξης του ενοποιημένου παγκόσμιου συνόλου (Βεργόπουλος, 1999:19)- και γενικότερα της εθνικής κοινωνίας. Κι αυτό διότι οι ροές της κοινωνικής διάδρασης εξαπλώνονται πλέον σε χώρους και χρόνους που υπερβαίνουν το εθνικό κράτος, ενώ τα σύνορά του διαπερνώνται όλο και πιο πολύ από την κίνηση της παραγωγής των κεφαλαίων, των αγαθών, των ανθρώπων, των ιδεών, της παγκόσμιας μαζικής κουλτούρας και των υπερεθνικών μοντέλων κατανάλωσης και παράλληλα, η παραγωγική διαδικασία, η πολιτική-διοικητική εξουσία αλλά και οι πολιτισμικές ταυτότητες δεν συμπλέκονται πια στο χώρο και χρόνο του κράτους-έθνους (Βούλγαρης, 2008 :372-374).

Οι αιτίες της παγκοσμιοποίησης αποδίδονται από τους φιλελεύθερους στις προόδους των επικοινωνιών και των μεταφορών ενώ από τους ρεαλιστές στα ίδια τα κράτη,  και ιδιαιτέρως στις ικανότητες ηγεμονικών κρατών να δημιουργούν μια ανοιχτή  και σταθερή οικονομική τάξη πραγμάτων, που μπορεί να προωθεί τη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης (Cohn, 2009: 107).

Οπωσδήποτε,  η παγκοσμιοποίηση  επιδρά καταλυτικά  στο χαρακτήρα και το ρόλο του κράτους με την ανάδυση μιας παγκόσμιας οικονομίας, την αλληλεπίδραση και αλληλεξάρτηση των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών οικονομιών σε επίπεδο παραγωγής, διακίνησης προϊόντων, ροών  κεφαλαίου και μετακίνησης εργατικού δυναμικού. Αναμφίβολα,  οι εθνικές στρατηγικές και πολιτικές δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστούν σε παγκόσμιο επίπεδο, με αποτέλεσμα να υποχωρεί σταδιακά και αναπόφευκτα το  κράτος πρόνοιας,  να μειώνεται το κόστος εργασίας, να ενδυναμώνονται  οι πολυεθνικές και διεθνικές επιχειρήσεις και παράλληλα να ενισχύονται υπερεθνικοί και παγκόσμιοι οργανισμοί,  όπως το  Δ.Ν.Τ. ή η Ε.Ε. Η ενδυνάμωση αυτή με την υπερσυγκέντρωση πλούτου και οικονομικής εξουσίας  σε μεγάλες πολυεθνικές επιχειρηματικές οικονομικές οντότητες, οδηγεί αναπόφευκτα σε μείωση της εθνικής κυριαρχίας  και της κρατικής ανεξαρτησίας (Πολιτική επιστήμη και Διεθνής πολιτική, Επικοινωνία και Δημοσιογραφία στην εποχή της Παγκοσμιοποίησης, 2011: 2.6.3).

Συνολικά, οι επικριτές της οικονομικής πτυχής της παγκοσμιοποίησης υποστηρίζουν ότι δεν είναι, όπως δηλώνουν οι υποστηρικτές της, μια αναπόφευκτη διαδικασία η οποία πηγάζει φυσικά από τις οικονομικές ανάγκες όλων αλλά αποτελεί μια διαδικασία που εξυπηρετεί τα συμφέροντα των πολυεθνικών εταιρειών. Αντιτάσσουν τη δυνατότητα καθιέρωσης εναλλακτικών θεσμών και πολιτικών, οι οποίοι θα αντιμετωπίσουν τις επιθυμίες των φτωχών και εργατικών τάξεων στον κόσμο, καθώς και τα περιβαλλοντικά θέματα, με πιο δίκαιο και σωστό τρόπο (el.wikipedia: Παγκοσμιοποίηση).

Στη συνέχεια της εργασίας θα αναφερθούμε στα αναδυόμενα κινήματα της αντι-παγκοσμιοποίησης και εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης σε μία προσπάθεια να τα ορίσουμε/προσδιορίσουμε. Το κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης, αποτελεί ένα μεγάλο ριζοσπαστικό κίνημα των αρχών του 21ού αι. και στην ουσία είναι ένα αποκεντρωμένο, μη-ιεραρχικό δίκτυο από ετερόκλητες ομάδες, κινήσεις και οργανώσεις (Αποσκίτης, 2006). Το κίνημα (για την καταλληλότητα του όρου πβ. Φωτόπουλος, 2002: 92) της  αντι-παγκοσμιοποίησης επικρίνει την παγκοσμιοποίηση της εταιρικής κεφαλαιοκρατίας ενώ επίσης, συνήθως, αναφέρεται ως  παγκόσμιο κίνημα για την δικαιοσύνη, κίνημα εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης, κίνημα αντι-εταιρικής παγκοσμιοποίησης ή κίνημα ενάντια στην παγκοσμιοποίηση. Οι συμμετέχοντες του κινήματος εναντιώνονται στην ενδυνάμωση των πολυεθνικών εταιριών και της ανεξέλεγκτης πολιτικής τους δύναμης αλλά και της δύναμης που ασκείται μέσω των εμπορικών συμφωνιών, ενώ είναι αντίθετοι με την επιδίωξη μεγιστοποίησης  του κέρδους εις βάρος της υπονόμευσης των όρων και των προτύπων της ασφάλειας της εργασίας, των όρων μίσθωσης εργασίας και αποζημιώσεων, των περιβαλλοντικών όρων και της ακεραιότητας της εθνικών νομοθετικών αρχών, της εθνικής ανεξαρτησίας και της εθνικής κυριαρχίας (en.wikipedia: Anti-globalization movement). 

Από την άλλη πλευρά, η εναλλακτική παγκοσμιοποίηση, ως κίνημα, εστιάζει σε προτάσεις για την αντιμετώπιση των προβλημάτων του πλανήτη, φέρνοντας έτσι στο προσκήνιο τη φιλοσοφία της, που φαίνεται ότι δεν είναι άλλη από την υιοθέτηση εναλλακτικών θεσμών και μιας εναλλακτικής πολιτικής ατζέντας προτεραιοτήτων. Η επιλογή και ιεράρχηση των προτάσεων περιλαμβάνει τη διαχείριση του νερού, τη διαγραφή των χρεών του  Τρίτου Κόσμου, τη φορολόγηση της διακίνησης κεφαλαίου, την προστασία του περιβάλλοντος, τον έλεγχο της διακίνησης των όπλων, την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων κ.α. (Ρουμελιώτης, 2003).

Δεν είναι λίγες οι φωνές που κριτικάρουν τα κινήματα της αντι-παγκοσμιοποίησης και της εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης εστιάζοντας στο γεγονός ότι τα πρώτα επιβιώνουν με τη θέληση και την επιθυμία να επιστρέψουν στο «παλιό καλό παρελθόν», είτε της Οκτωβριανής είτε της Ισπανικής επανάστασης, ενώ τα δεύτερα συμπληρώνουν την νέο-φιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση (για τον όρο πβ. Χατζής, 2004) με μια διορθωτική φιλανθρωπική ή οικολογική διάσταση (Η Αποδόμηση της Παγκοσμιοποίησης 2006).

Πολλές διαδηλώσεις και συγκεντρώσεις έγιναν στο πλαίσιο των κινημάτων της  αντι-παγκοσμιοποίησης, όπως   στο Βερολίνο το 1988 (στην ετήσια συνεδρίαση του ΔΝΤ και  της Παγκόσμιας Τράπεζας), στη Μαδρίτη το 1994 (στην 50η επέτειο του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας  Τράπεζας) και πιο πρόσφατα στη Γένοβα το 2001 (στην 27η σύνοδο κορυφής των G8)[1]. Διεθνή κοινωνικά φόρουμ επίσης έλαβαν χώρα ξεκινώντας με το πρώτο παγκόσμιο κοινωνικό φόρουμ  (WSF)   το 2001, που πραγματοποιήθηκε στο  Πόρτο Αλέγκρε  με σκοπό να αποτελέσει ένα αντίθετο γεγονός στο  Παγκόσμιο οικονομικό φόρουμ  του Davos, με σύνθημα  "ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός" (en.wikipedia: Anti-globalization movement). Ωστόσο, το μεγάλο σοκ και η παγκόσμια έκπληξη, λόγω των πρωτοφανούς έκτασης διαδηλώσεων και συγκρούσεων που ξέσπασαν, έγινε με τα γεγονότα του Σηάτλ, κατά την Υπουργική Σύνοδο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (WTO), στις 29 Νοεμβρίου - 3 Δεκεμβρίου 1999 και για το λόγο αυτό συνηθίζεται να θεωρείται το Σηάτλ ως η αρχή αυτού του φαινομένου, η αρχική εμφάνιση του γενικότερου κινήματος κατά της παγκοσμιοποίσης (Αποσκίτης, 2006).

Τα κινήματα της  αντι-παγκοσμιοποίησης έχουν επικριθεί από πολλούς –κυρίως πολιτικούς- για  έλλειψη στοιχείων, αποδιοργάνωση και έλλειψη συνεκτικών στόχων, αναποτελεσματικότητα και  έλλειψη εκτεταμένης υποστήριξης του Τρίτου Κόσμου. Τα μέλη των κινημάτων της αντι-παγκοσμιοποίησης αντιτάσσουν ότι οι νέο-φιλελεύθερες πολιτικές της παγκοσμιοποίησης και του καπιταλισμού δεν προκαλούν ευεργετικά αποτελέσματα  στους φτωχούς και ότι, μολονότι όλα τα μέλη δεν μοιράζονται ακριβώς το ίδιο πολιτικό όραμα, εντούτοις έχουν κοινό αντίπαλο, που θα πρέπει να τους ενώνει (en.wikipedia: Anti-globalization movement).

Στη συνέχεια θα αναφερθούμε στη δυνατότητα μιας μη καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, λαμβάνοντας υπόψη και το ελληνικό παράδειγμα, διότι από τα παραπάνω προκύπτει σαφώς το εν λόγω ερώτημα. Διαφαίνεται, πως αν μπορούσαμε να φανταστούμε ή να εργαστούμε για τη διαμόρφωση «μιας νέας υπερεθνικής σκηνής για την εγκαθίδρυση μιας διεθνοποιημένης, ευρωπαϊκής ή παγκόσμιας δημοκρατίας» (Βεργόπουλος, 1999:  16)  μια μη καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση θα μπορούσε να είναι εφικτή. Θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα, αν εγκαταλειφθεί ο μύθος της νεοφιλελεύθερης οικονομικής πολιτικής  -που τον εκμεταλλεύεται  για να ηγεμονεύει- περί της "παγκοσμιοποίησης των οικονομιών" (Γραμματικός & Κατσορίδας, 2001) και αν  στραφούν πολιτική & πολίτες, μαζικά,  προς τη δημιουργία μιας νέας παγκόσμιας τάξης που θα βασίζεται στην ισοκατανομή όλων των μορφών της εξουσίας σε αυτόνομα ανθρώπινα όντα και την εξάλειψη όλων των μορφών κυριαρχίας, θεμελιωμένη σε ένα αυτοσυντηρούμενο οικονομικό σύστημα  (Φωτόπουλος, 2002: 116) ή εάν δημιουργηθούν νέοι θεσμοί, σε διεθνές επίπεδο που θα επιβάλουν νέες κατευθύνσεις, με προσανατολισμό σε αξίες όπως η αλληλεγγύη και η κοινωνική δικαιοσύνη (Παπαγεωργίου, 2001).

Η παρούσα νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, που στηρίζεται στην οικονομία των αγορών, επισημαίνεται ότι παταγωδώς έχει αποτύχει, οδηγώντας σε μια  κρίση που συνεχώς εντείνεται, διότι έχει καταργήσει τις δημοκρατικές κατακτήσεις των λαών, όπως σημειώνει ο Χάμπερμας (πβ. Habermas, ο τελευταίος Ευρωπαίος 2011; Διακυβέρνηση: Ένας ευφημισμός για το σκληρό πολιτικό δεσποτισμό 2011). Άρα   χρειάζεται πλέον την πολιτική παρέμβαση -η οποία όλο αυτό το διάστημα έχει αδρανήσει, βιώνοντας τη μεγάλη της ήττα- ενώ παράλληλα οι πολίτες είναι αυτοί που θα πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους και να πείσουν δημοκρατικά τις κυβερνήσεις τους, που σήμερα κινούνται σε «συνταγματικά γκρίζα τοπία» (όπ.π.).

 Ως προς την ελληνική πραγματικότητα, δεν είναι λίγες οι φωνές σήμερα που συζητούν/προτείνουν λύσεις –κυρίως πολιτικές- για έξοδό της από την κρίση στην  οποία περιήλθε και την επαναφορά της σε αναπτυξιακή τροχιά, τονίζοντας ότι το ξεκίνημα πρέπει να γίνει από όλους τους πολίτες συντονισμένα και πρέπει να ξεκινήσει από τη βάση, δηλ. να εμπλακούν όλοι οι πολίτες, όσο το δυνατόν περισσότεροι φορείς (Οικονομίδης, 2011) του κράτους αλλά και να υιοθετηθούν νέες αρχές. Η στήριξη στο έθνος κράτος τονίστηκε άλλωστε και από τον  Hobsbawm (2010) που υπογράμμισε ότι το έθνος κράτος ήταν και παραμένει το πλαίσιο για όλες τις πολιτικές αποφάσεις, εσωτερικές ή ξένες, αλλά και από τον  Habermas που υποστήριξε, μεταξύ άλλων, πως θα πρέπει να πολεμήσουμε την «πολιτική ηττοπάθεια» και να υποστηρίξουμε τα έθνη-κράτη ως το μόνο μέσο όπου μπορούν να προστατευτούν τα δικαιώματα των πολιτών (Habermas, ο τελευταίος Ευρωπαίος 2011).

Βιβλιογραφία

Αποσκίτης, Λ. (2006). Οδηγός αντί-παγκοσμιοποίησης. Τα ακτιβιστικά κινήματα από το Σηάτλ έως το Εδιμβούργο. ΄Αρδην, τ. 59. Διαθέσιμο στο http://www.ardin.gr/?q=node/561 (25/12/2011).

Barthes, R. (1977). Εικόνα- Μουσική-  Κείμενο. (μετ. Γ. Σπανός). Αθήνα: Πλέθρον. 

Beck, U. (2000). Τι Είναι Παγκοσμιοποίηση;  Αθήνα: Καστανιώτης. 

Βεργόπουλος, Κ. (1999). Παγκοσμιοποίηση. Η μεγάλη χίμαιρα. Αθήνα: Εκδόσεις Λιβάνη.

Βούλγαρης, Γ. (2008). Η Ελλάδα από τη Μεταπολίτευση στην Παγκοσμιοποίηση. Αθήνα: Εκδόσεις Πόλις.

Bourdieu, P. (1998).  Αντεπίθεση Πυρών. Αθήνα: Πατάκης.

Bourdieu, P. (2001). Για Ένα Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Κίνηµα, Αντεπίθεση Πυρών ΙΙ. Αθήνα: Πατάκης.

Γραμματικός,  Ν.  Μ. & Κατσορίδας,  Δ.  Α. (2001). Παγκοσμιοποίηση και σύγχρονη ελληνική διανόηση: μια πραγματικότητα, ένα ιδεολόγημα ή μια πολιτική; Θέσεις, τ. 77. Αθήνα: Νήσος. Διαθέσιμο στο http://www.theseis.com/index.php?option=com_content&task=view&id=755&Itemid=29. (30/12/2011).

Cohn, Th. H. (2009).   Διεθνής πολιτική οικονομία: θεωρία και πράξη. (μετ. Ν. Λούντος). Αθήνα: Gutenberg.

Διακυβέρνηση: Ένας ευφημισμός για το σκληρό πολιτικό δεσποτισμό, Μια συνέντευξη του Γιούργκεν Χάμπερμας στην εφημερίδα Le Monde, όπως αναδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Εποχή (21 /11/ 2011).   Διαθέσιμο στο
http://www.epohi.gr/portal/theoria/10673  (19/12/2011).

Giddens, Α. (1990). The conseguences of modernity. Stanford University Press.


Η αποδόμηση της παγκοσμιοποίησης (2006). Άρδην, τ. 59. Διαθέσιμο στο http://www.ardin.gr/?q=node/559 (20/12/2011).


Habermas, ο τελευταίος Ευρωπαίος (2011). Σχολιασμός μιας συνέντευξης του Γιούργκεν Χάμπερμας στο περιοδικό Spiegel. Διαθέσιμο στο http://www.antinews.gr/2011/11/28/135673/ (2/1/2012).

Hobsbawm, E. (2010). WORLD DISTEMPERS, συνέντευξη στο New Left Review 61, Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2010, σ. 133-150.

Οικονομίδης, Π. (2011). Ομιλία στο 11ο Διεθνές Συνέδριο με θέμα «Rebranding Greece», Θεσσαλονίκη, 11 Νοεμβρίου 2011. Διαθέσιμο στο http://www.epixeiro.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=1301:rebranding-greece-&catid=87:2011-03-10-17-35-47&Itemid=321 (2/1/2012).

Παπαγεωργίου, Χ. (2001). Τι είναι παγκοσμιοποίηση. Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία (15/7/2001). Διαθέσιμο στο http://archive.enet.gr/online/online_text/c=110,dt=15.07.2001,id=57231012 (20/12/2011).

Πολιτική επιστήμη και Διεθνής πολιτική, Επικοινωνία και Δημοσιογραφία στην εποχή της Παγκοσμιοποίησης, 2011. Λευκωσία: ΑΠΚΥ.

Πολιτική Οικονομία και Επικοινωνία - Δημοσιογραφία, 2011. Λευκωσία: ΑΠΚΥ

Ρουμελιώτης, Α. (2003). Εναλλακτική παγκοσμιοποίηση. Ελευθεροτυπία (5/6/2003). Διαθέσιμο στο http://archive.enet.gr/online/online_text/c=113,dt=05.06.2003,id=24031872 (20/12/2011).

Thomson, J. (1999). Νεωτερικότητα και μέσα επικοινωνίας. Αθήνα: Παπαζήσης.

Φισκ, Τζ. (1989). TV. Η ανατομία του τηλεοπτικού λόγου. (μετ. Β. Σπυροπούλου). Αθήνα: Κατάρτι.

Φωτόπουλος, Τ. (2002). Παγκοσμιοποίηση, Αριστερά και Περιεκτική Δημοκρατία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

Wikipedia: Anti-globalization movement http://en.wikipedia.org/wiki/Anti-globalization_movement  (25/12/2011).

Wikipedia [Βικιπαίδεια]: Παγκοσμιοποίηση http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CE%B1%CE%B3%CE%BA%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%B9%CE%BF%CF%80%CE%BF%CE%AF%CE%B7%CF%83%CE%B7 (24/12/2011).

Χατζής, Α. Ν. (2004). Η Επίσημη Ιδεολογία της Παγκοσμιοποίησης: «Νεοφιλελευθερισμός», Φιλελευθερισμός και Οικονομική Επιστήμη. Δημοσιεύτηκε στο Express (29/2/2004). Διαθέσιμο στο http://old.phs.uoa.gr/~ahatzis/Neoliberalism.htm#_ftn1  (18/12/2011).




[1] Η ομάδα  της Γένοβας  στην 27η σύνοδο κορυφής των G8,  από τις 18  Ιουλίου  έως τις 22  Ιουλίου  του 2001,  ήταν μια από τις πιο αιματηρές διαμαρτυρίες στην  πρόσφατη ιστορία της  δυτικής Ευρώπης,  με τον τραυματισμό εκατοντάδων αστυνομικών και πολιτών και του θανάτου ενός νέου Γενοβέζου αναρχικού.

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούμε τα σχόλια να μην περιέχουν υβριστικούς. προσβλητικούς ή/και ρατσιστικούς χαρακτηρισμούς, διαφορετικά θα διαγράφονται