H πολυσημία των κοινωνικών κινημάτων, ως
προς την κοινωνιολογική τους ερμηνεία, θα αναδυθεί από μια απόπειρα ανάλυσης
του Κινήματος των Αγανακτισμένων υπό το πρίσμα της Λειτουργιστικής Θεωρίας.
Αρχικά θα αποτυπωθεί συνοπτικά το θεωρητικό της πλαίσιο και στη συνέχεια θα
εφαρμοστεί, εστιάζοντας στην ανασύσταση
της φυσιογνωμίας και της δυναμικής του συγκεκριμένου κοινωνικού κινήματος, με
σύντομη αναφορά στη δημοσιογραφική του κάλυψη από τα Μ.Μ.Ε. Ακολούθως θα
εντοπισθούν επιγραμματικά οι αδυναμίες της θεωρίας που εφαρμόστηκε,
καταλήγοντας στην τελική τοποθέτηση.
A. ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ
ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΣΤΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ
Πρόκειται για μακροκοινωνιολογική [1]
προσέγγιση (Τσαούση 2007:1) «συγχρονικού» χαρακτήρα, καθώς αναλύει στατικά το
κοινωνικό πλαίσιο σε μια δεδομένη χρονική στιγμή (Τσακίρης 2007:8). Ο πυρήνας
του λειτουργισμού στηρίζεται σε μια βιολογική αναλογία που εισήγαγε ο H. Spencer (Συγγραφική Ομάδα ΑΠΚΥ 2012:3)
και εξέλιξε –ενσωματώνοντας στην κοινωνιολογική μελέτη την αναγκαιότητα της
αντικειμενικότητας (Giddens 2002:58)– ο E. Durkheim,
ανάγοντας την κοινωνία σε βιολογικό οργανισμό αποτελούμενο από αλληλεξαρτώμενα
ως προς την επιβίωσή τους κύτταρα –άτομα–, που συνθέτουν τα όργανα του σώματος
–οικογένειες, επιμέρους ομάδες, οργανισμοί, κ.λπ. (Συγγραφική Ομάδα ΑΠΚΥ
2012:5)–, τα οποία με τη σειρά τους επιτελούν μία συγκεκριμένη –και απολύτως
απαραίτητη (Συγγραφική Ομάδα ΑΠΚΥ 2012:5)– λειτουργία, που, αλληλεπιδρώντας με
τις υπόλοιπες, συμβάλει στο συνολικό οικοδόμημα του οργανισμού ως ολότητας (DeFay 2001:6-7). Συνεκτικοί
δεσμοί μεταξύ των δομικών συστατικών του παραπάνω σχήματος αποτελούν ορισμένοι
αντικειμενικοί σκοποί προς επίτευξη από την ομάδα, με αποτέλεσμα τη σύγκλιση
των επιμέρους στοιχείων του κοινωνικού συστήματος –κοινωνικές δραστηριότητες
και θεσμοί (δομές εκπαίδευσης, υγείας, εμπορικών συναλλαγών, κ.λπ.[2])–
προς τη διατήρηση της ισορροπίας του κοινωνικού σχηματισμού, δημιουργώντας τις
ανάλογες συνθήκες-«λειτουργιστικά προαπαιτούμενα» (Βέλτσος 1990:1). Η αποδοχή
από την πλειοψηφία των μελών μιας κοινωνίας ενός κοινού πλαισίου αρχών και
αξιών πραγματώνεται μέσω της παιδευτικής διαδικασίας της κοινωνικοποίησης
(Συγγραφική Ομάδα ΑΠΚΥ:5) και εντάσσει τον δομικό λειτουργισμό στις θεωρίες της
συναίνεσης, όπου οι κοινές νόρμες (κανόνες) και αξιακές παραδοχές –«θεσμοποίηση»
κατά τον μεταγενέστερο T.
Parsons (Βέλτσος
1990:2)– συγκροτούν τα θεμέλια μιας
κοινωνίας, της οποίας η ανάπτυξη στηρίζεται στην κοινωνική τάξη –ευταξία ή
«αρμονική» συνύπαρξη αντικρουόμενων συμφερόντων (Βέλτσος 1990:2)– μέσω σιωπηλών
συμφωνιών (Μπουντουρίδης 2009:1). Υπό αυτό το πρίσμα η κοινωνική αλλαγή
ακολουθεί αργούς ρυθμούς (Βέλτσος 1990:1) και λαμβάνει μορφή ήπιας
«προσαρμογής» μέσα από διορθωτικές παρεμβάσεις ή «εκσυγχρονισμό» των θεσμών,
για την αποκατάσταση της συστημικής ισορροπίας (Δαφέρμος 2003:5), που
διαταράσσεται από τις «δυσλειτουργίες» (κατά τον R. Merton), δηλαδή τα ρήγματα της λειτουργιστικής ενότητας της
κοινωνίας από τις αρνητικές συνέπειες ορισμένων λειτουργιών της (Τσατσούλης
1995:92) και τις ραγδαίες κοινωνικές μεταβολές στον σύγχρονο κόσμο, οδηγώντας
στην «ανομία», ένα αίσθημα ανασφάλειας, ματαιότητας, απαξίωσης και
απονοηματοδότησης της καθημερινής ζωής (Giddens 2002:58). Για τον Durkheim «οι καθοριστικές αιτίες ενός κοινωνικού γεγονότος πρέπει
να αναζητηθούν στα προγενέστερα κοινωνικά γεγονότα και όχι στην κατάσταση της
ατομικής συνειδητότητας» (Συγγραφική Ομάδα ΑΠΚΥ 2012:4). Ακριβώς στα δύο αυτά
σημεία θα στηριχθεί η λειτουργιστική ανάλυση του Κινήματος των Αγανακτισμένων,
που ακολουθεί.
B. ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ
ΤΩΝ ΑΓΑΝΑΚΤΙΣΜΕΝΩΝ ΥΠΟ ΤΗΝ ΟΠΤΙΚΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΣΜΟΥ
Σε μια προσομοίωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με το
ανθρώπινο σώμα, το Κίνημα των Αγανακτισμένων θα αντιστοιχούσε σε μια ένδειξη
επικείμενου εμφράγματος, που συνεπάγεται από την εμπλοκή (οικονομική και
συστημικά πολιτική) στην κυκλοφορία του αίματος (χρήμα και αντίστοιχα πολιτικών
πρακτικών) μέσα στις αρτηρίες (κοινωνική σφαίρα), με αποτέλεσμα αρρυθμίες
(διάρρηξη της κοινωνικής αλληλεγγύης, αποσταθεροποίηση του πολιτικού
συστήματος, κ.λπ.), έντονους σωματικούς πόνους (ύφεση, εισοδηματική δυσπραγία,
κ.λπ.) και αποδιοργάνωση των ζωτικών λειτουργιών. Η ονοματολογία
«Αγανακτισμένοι» δεν είναι τυχαία. Απορρέει από μια χρόνια, συσσωρευμένη
δυσαρέσκεια για την αναποτελεσματική λειτουργία ενός διεφθαρμένου πολιτικού
συστήματος υπερεθνικά (Ισπανία, Πορτογαλία, Ελλάδα, Ιρλανδία, Ιταλία, Γαλλία,
όπου και δραστηριοποιήθηκε), το οποίο σήμερα αδυνατεί να αναστρέψει τις
δυσμενείς επιπτώσεις μιας βαθιάς οικονομικής κρίσης (Samellas 2011:1). Ο βαθμιαίος
αποκλεισμός μεγάλων υποσυνόλων του πληθυσμού (εκατομμύρια άνεργοι, επισφαλώς
εργαζόμενοι και βραχυχρόνια απασχολούμενοι, χωρίς μέριμνα κοινωνικής πρόνοιας)
από τον καταμερισμό εργασίας–που αποτελεί για τον Durkheim τη βάση της κοινωνικής συνοχής,
αυξάνοντας τον βαθμό αλληλεξάρτησης μεταξύ των μελών μιας κοινωνίας (Giddens 2002:58)– σε
συνδυασμό με τις «ασυνήθιστες» θυσίες που ζητήθηκαν στον βωμό ενός ρυθμιστικού
και δημοσιονομικού καθεστώτος (Gilbert
2012:221), εξώθησαν, παρά την αστυνομική απαγόρευση διαδηλώσεων, μετά από
διαδικτυακή συνεννόηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στις 15 Μαΐου του 2011 (Van Gelder 2011:17) εξήντα
χιλιάδες «αγανακτισμένους» στην πλατεία Puerta del Sol στη Μαδρίτη, σηματοδοτώντας την έναρξη του κινήματος, που
εξαπλώθηκε στη συνέχεια σε εκατοντάδες πόλεις του Ευρωπαϊκού Νότου και της
Ιρλανδίας (Nuti a
2011:1).
Η ευρύτατη απήχησή του, παρά τις εθνικές
ιδιομορφίες των δομικών συστατικών της πολιτικοοικονομικής κρίσης, εκφράστηκε
παντού με μια εντελώς ανομοιογενή (σε ηλικιακό, κοινωνικό, μορφωτικό,
πολιτισμικό επίπεδο) ανθρωπογεωγραφία, που συγκροτήθηκε από ανέργους,
εργαζόμενους στον ιδιωτικό και υπαλλήλους του υπό συρρίκνωση δημόσιου τομέα (Samellas 2011:1-5),
αδικημένους (λόγω περικοπών) συνταξιούχους, νέους χωρίς προοπτική ή έστω ελπίδα
επαγγελματικής αποκατάστασης, ανήσυχους οικογενειάρχες για το μέλλον των
παιδιών τους, κ.λπ., με κοινό τόπο την Ντυρκεμική «ανομία» (βλ.A) ή στη σύγχρονη εκδοχή της
την «αμυντική εχθρότητα» (Vermeersch 2007:35)
και τη «σχετική στέρηση», που προκύπτει από τη διάσταση μεταξύ πραγματικότητας
και ανεκπλήρωτων προσδοκιών (βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και των εργασιακών
συνθηκών, πραγμάτωση των πολιτικών δικαιωμάτων, διασφάλιση της κοινωνικής
αξιοπρέπειας) σε σύγκριση με τους κοινωνικά προνομιούχους (Tischler
2011:426). Σύμφωνα με τη θεωρία της «σχετικής στέρησης» τα κοινωνικά κινήματα,
όπως των Αγανακτισμένων, προκύπτουν όταν οι πολίτες αισθάνονται αδικημένοι,
συγκριτικά με παρελθοντικές βιοτικές καταστάσεις ή αποκλεισμένοι από μια
κοινωνική ευημερία– που δικαιωματικά θα έπρεπε να τους ανήκει– και στη
συγκεκριμένη περίπτωση θύματα των αυστηρών μέτρων λιτότητας και φορολογίας, τα
οποία προκάλεσαν δραματική υποβάθμιση του πρότερου επιπέδου ζωής τους (απώλεια
κεκτημένων), χωρίς το αντιστάθμισμα μελλοντικών προοπτικών, θέτοντας θέμα δημοκρατικής
νομιμοποίησης (Brinkerhoff et al. 2008:368).
Ακριβώς σε έλλειμμα δημοκρατίας
μετατράπηκε σταδιακά η ειρηνική διαμαρτυρία αγανάκτησης εκατομμυρίων ανθρώπων
στις πρωτεύουσες και σε περιφερειακές πόλεις του Ευρωπαϊκού Νότου και της
Ιρλανδίας. Παρά την έλλειψη θεσμικής οργάνωσης, πολιτικο-ιδεολογικής ταυτότητας
και σαφούς στρατηγικής των υποσυνόλων του Κινήματος των Αγανακτισμένων σε κάθε
χώρα (Accardo 2011:2), εξέφρασαν (και ακόμα εκφράζουν[3], ακολουθώντας βέβαια φθίνουσα πορεία
από τον Μάιο του 2011 μέχρι σήμερα[4]) την αποτυχία του δομολειτουργικού σκοπού των κοινωνικών θεσμών (σε
οικονομικοπολιτικό και κυβερνητικό επίπεδο) να διατηρήσουν την ισορροπία και
την ευταξία σε μια κοινωνία (Smith
2011:2), σηματοδοτώντας την πρόκληση μιας θεσμικής αποσταθεροποίησης από
την κατάρρευση της πολιτικής φερεγγυότητας και αντιπροσώπευσης (Baiocchi & Ganuza 2011:2). Ως προϊόν αλυσιδωτής
διεπαφής των μελών του –αρχικά μέσω
μηνυμάτων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στη συνέχεια υπό μορφή
διαπροσωπικών συζητήσεων στις πλατείες– το Κίνημα
των Αγανακτισμένων συνέθεσε σταδιακά (επαναδιεκδικώντας τα θεμελιώδη
δημοκρατικά δικαιώματα: στέγαση, εργασία, κουλτούρα, υγεία, εκπαίδευση,
πολιτική συμμετοχή, ελευθερία προσωπικής ανάπτυξης, κ.λπ.) το ιδεώδες της
άμεσης δημοκρατίας, απορρίπτοντας κάθε μορφή ιεραρχίας (οικονομικής, πολιτικής,
κοινωνικής), σύμφωνα με τη διακήρυξη της Puerta del Sol (Nicolino 2011:1-2 Nuti 2011:1-3). Θεωρητικά η αντιπρόταση
των Αγανακτισμένων στο σύγχρονο πολιτειακό μοντέλο ήταν μια επιστροφή από τη
δομική πολυπλοκότητα (αντιπροσωπευτική δημοκρατία) στη δομική απλότητα (άμεση
δημοκρατία), αντιβαίνοντας στις προβλέψεις των λειτουργιστών για την ακριβώς
αντίστροφη πορεία των κοινωνιών (Andersen & Tailor 2011:410). Όταν όμως η άμεση δημοκρατία έγινε πράξη στην μικροκλίμακα
της εκάστοτε πλατείας του κινήματος, τον αρχικό ενθουσιασμό για τη σύσταση
κέντρων (υπό μορφή καταυλισμού) πληροφόρησης, δωρεάν σίτισης, συμβουλευτικής,
δημοσίου διαλόγου, κ.λπ. σε ένα αμιγώς συνεργατικό πλαίσιο καταμερισμού
εργασίας, πόρων και λήψης αποφάσεων (Writers for the 99%
2011:7), διαδέχθηκε η δυσαρέσκεια μπροστά στις ατομικές τάσεις ηγεσίας και
δημαγωγίας, που απομάκρυναν συστημικά την πλειοψηφία των μελών από τη συμμετοχή
σε μια πανομοιότυπη απομίμηση του συστήματος, για το οποίο διαμαρτύρονταν.
Παραμένοντας αποκλειστικά στο πεδίο
της κινητοποίησης, το Κίνημα των Αγανακτισμένων έφθινε βαθμιαία από τις δομικές
του αδυναμίες (Nuti b
2011:15-16) –ενώ αποκτώντας την υποτυπωδώς «θεσμοθετημένη» μορφή
που προαναφέρθηκε, αποδυναμώθηκε–, έλαβε διαστάσεις «ταραξία» (που επηρεάζει
π.χ. αρνητικά σε περίοδο οικονομικής κρίσης τον εισερχόμενο αστικό τουρισμό)
και προκάλεσε το ίδιο τη βίαιη ανάσχεσή του (Neveu 2010:226),
όπως υπαγορεύεται από τη δομολειτουργιστική προσέγγιση. Ωστόσο η νεοεμφανιζόμενη
ιστορικά δυναμική του, που ανέδειξε δομικές εναλλακτικές για την κάλυψη των
κοινωνικών αναγκών υπό όρους μεγαλύτερης συναίνεσης και συνεργασίας, κατά τη
λειτουργιστική θεωρία (McClelland 2011:1-2), σε συνδυασμό και σύνδεση
με «συγγενή» κινήματα –Αραβική Άνοιξη σε Τυνησία, Αίγυπτο και Occupy Everywhere Movement με «έδρα» τη Ν.Υόρκη– (Humphrys
2012:1) θέτει τις βάσεις και ίσως
υπόσχεται ένα καλύτερο μέλλον για την ανθρωπότητα (Boler 2012:1). Αναφορικά δε με την
προβολή του φαινομένου από τα έντυπα και ηλεκτρονικά Μ.Μ.Ε. αξίζει να σημειωθεί
πως υπήρξε εκτενέστατη σε παγκόσμιο επίπεδο [5] και κυμάνθηκε (τουλάχιστον στο ελληνικό παράδειγμα) μεταξύ αγιοποίησης[6], δημοσιογραφικής εγκυρότητας[7] και δαιμονοποίησης[8], παρέχοντας –με διαφορετικές σαφώς ποσοστώσεις, που θα αναλύονταν
αρτιότερα από την πολιτική οικονομία των Μέσων–
ευρύ φάσμα πληροφόρησης, αλλά και μια μοναδική δυνατότητα εφαρμογής της
«θεωρίας της κινητοποίησης» (Manning 2007:20).
Συνοψίζοντας, από την ανάλυση που
προηγήθηκε εντοπίζονται αδυναμίες της λειτουργιστικής μεθόδου. Η μηχανιστική
αντιμετώπιση της κοινωνίας ως βιολογικού οργανισμού (βλ.Α) αποκλείει την
πολυπλοκότητα των παραμέτρων σύστασης του υπό εξέταση Κινήματος των
Αγανακτισμένων. Παράλληλα η εμμονή στην κοινωνική ισορροπία και σταθερότητα αποθαρρύνει
και απενεργοποιεί ενδεχόμενη σύγκρουση για ριζοσπαστικές αλλαγές και
ανακατατάξεις στην υπάρχουσα μορφή της κοινωνίας (Θεωρία Συγκρούσεων). Τέλος η
τάση αποπροσωποποίησης και απολιτικοποίησης προσδίδει στην μελέτη του
ουδετερότητα και οδηγεί σε μια άκριτη αποδοχή των υφιστάμενων κοινωνικών θεσμών
(Feinberg & Goltis 2004:40),
παραγνωρίζοντας τον παράγοντα της ατομικής συνειδητότητας των μελών του (Θεωρία
Συμβολικής Διαντίδρασης).
ΤΕΛΙΚΗ
ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ
Η ανάλυση του Κινήματος των
Αγανακτισμένων υπό τη Λειτουργιστική Θεωρία στοιχειοθετεί τη δυσκολία, αλλά και
την αναγκαιότητα κατανόησης των κοινωνικών κινημάτων, ως όχημα αυτογνωσίας και
επαναξιολόγησης των συστατικών της κοινωνικής συνοχής. Η οικονομική κρίση
συστημικά επηρεάζει και επηρεάζεται από όλα τα υπόλοιπα υποσυστήματα (πολιτική,
ιδεολογία, κουλτούρα, πολιτισμός) ακολουθώντας ίσως μια μη γραμμική πορεία,
αποτελεί όμως ταυτόχρονα μια ευκαιρία αναστοχασμού της αξίας του ανθρώπου και
της θέσης του μέσα στον σύγχρονο κόσμο.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Συγγραφική ομάδα ΑΠΚΥ
(2012), 4. Κοινωνιολογία και Επικοινωνία-Δημοσιογραφία.
Λευκωσία: Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου (Μεταπτυχιακό Τμήμα Δημοσιογραφίας –
Επικοινωνίας).
Giddens A.
(2002), Κοινωνιολογία, Β’ Έκδοση. Αθήνα: Gutenberg.
Neveu, E.
(2010), Κοινωνιολογία των Κοινωνικών Κινημάτων από το Μεσαίωνα μέχρι σήμερα,
(μετάφραση: Μαρλέν Λογοθέτη). Αθήνα: Εκδόσεις Σαββάλας.
Manning, P.
(2007), Κοινωνιολογία της ενημέρωσης Ειδήσεις και πηγές ειδήσεων,
(μετάφραση: Κάτια Μεταξά). Αθήνα: Καστανιώτης.
Andersen, M.A. & Taylor,
H.F. (2011), Sociology: The Essentials, 1st Ed. Belmont:
Wadsworth Cengage Learning.
Accardo, A.
(2011), Indignation Moyenne. Marseille: Editions Agone.
Βέλτσος, Γ. (1990), Κοινωνιολογία
των Θεσμών, (Απόσπασμα). Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση.
Boler, M.
(2012), There is great promise for the social movements
that took root around the globe this past year, Article in The Mark News Website, 9/1/2012.
Brinkerhoff,
D.B. – White, L.K. – Ortega, S.T. & Weitz, R. (2008), Essentials of
Sociology, 7th Ed. Belmont: Thomson Higher Education.
Δαφέρμος, Μ. (2003), Μια
απόπειρα μεθοδολογικής κριτικής των κοινωνιολογικών ερμηνειών της εκπαίδευσης, Άρθρο,
Περιοδικό Σύγχρονη Εκπαίδευση, τεύχος 129.
DeFay, J.B. (2001), The
Sociology of Social Movements, Field Examination Paper for the Degree of
Doctor of Philosophy in Sociology. La Jolla: University of California,
San Diego (Department of Sociology).
Feinberg,
W. & Goltis, J.F. (2007), School and Society, 4th
Ed.. New York: Teachers College Press.
Hughes, M. & Kroehler, C.J.
(2007), Κοινωνιολογία.
Βασικές Έννοιες. Περίληψη 1ου Κεφαλαίου (σε μορφή PowerPoint). Αθήνα: Εκδόσεις Κριτική.
Humphrys, E. (2012), From
Global Justice to Occupy Everywhere, Article on Overland Website Magazine.
Gilbert, M. (2012), European
Integration: A Concise History, 1st Ed. Lanham: Rowman &
Littlefield Publishers, Inc.
McClelland,
K. (2011), Functionalism in Glossary of Sociology. Grinnel:
Grinnel College, Departement of Sociology Website.
Μπουντουρίδης, Μ. (2009), Δομικός
Λειτουργισμός για Parsons και Merton, Κοινωνικές Μελέτες Επιστήμης.
Πάτρα: Πανεπιστήμιο Πατρών, Μαθηματικό Τμήμα.
Nicolino,
F. (2011), Une traduction “del manifiesto de los indignados”, Article on
Alteromonde-sans-frontiers Website.
Nuti, Μ. a (2011), The
«Indignados» question democratic process, Article on Insight Website
Nuti, Μ. b (2011), Los
Indignados, Article (on his blogspot), 18/6/2011
http://dmarionuti.blogspot.com/.
Samellas, A. (2011), The
Communal Mind and the Master Artifice. Communities, crowds and indignados
against the Master Artifice, Issue 4. London: Bedeutung Magazine.
Smith, M.. (2011), Occupy
Wall Street and 4/20, Introduction to Sociology (The course website for
SOCY 1001 AT CU). Boulder: University of Colorado, (Department of
Sociology).
Tischler,
H.R. (2011), Introduction to Sociology, 2nd
Ed. Belmont: Wandsworth Cengage Learning.
Τσαούση, Α. (2007), Κύριες
Κοινωνιολογικές Σχολές Σκέψης, Διδακτικό Υλικό Κοινωνιολογίας των Έμφυλων
Σχέσεων. Αθήνα: Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Μεθοδολογίας, Ιστορίας &
Θεωρίας της Επιστήμης
Τσακίρης, Θ. (2007), Εισαγωγή
στην Κοινωνιολογία, Διδακτικό Υλικό. Πάτρα: ΑΤΕΙ Πάτρας, (Τμήμα
Κοινωνικής Εργασίας).
Τσατσούλης, Δ. (1995), Δομολειτουργιστική
ανάλυση στο Φιλοσοφικό Κοινωνιολογικό Λεξικό, Τόμος Β’. Αθήνα:
Εκδόσεις Κ. Καπόπουλος
Van Gelder, S. (2011), This
Changes Everything: Occupy Wall Street and the
99% Movement, 1st Ed. San Francisco: Berret-Koehler
Publishers, Inc.
Vermeersch,
P. (2007), The Romani Movement. Minority Politics & Ethic Mobilization
in Contemporary Central Europe, 2nd Paperback Ed. Oxford:
Berghahn Books.
Writers
for the 99% (2011), Occupying Wall Street: The Inside Story
of an Action that Changed America, 1st Ed. New York: Or Books.
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια να μην περιέχουν υβριστικούς. προσβλητικούς ή/και ρατσιστικούς χαρακτηρισμούς, διαφορετικά θα διαγράφονται